“Αν έχετε ποτέ παρκάρει το αμάξι σας σε ένα μέρος απόμερο κοντά σε κατοικημένη περιοχή, είναι πολύ πιθανό κάπου εκεί γύρω να υπάρχουν άντρες που κάνουν σεξ. Το ξέρω γιατί είμαι ένας απ’ αυτούς. Μέσα σε περιοχές με πυκνή βλάστηση, κρυμμένοι σε ημιφορτηγά, κάτω από τον ψυχρό φωτισμό ενός δημόσιου αποχωρητηρίου: είναι κάτι που δεν σταματάει ποτέ, καμία ώρα της ημέρας και καμία εποχή του χρόνου. Το χειμώνα υπάρχουν άντρες που μπαίνουν μέχρι το γόνατο στο χιόνι για να βρεθούν με άλλους άντρες. Το καλοκαίρι βγαίνουν απ’ τους θάμνους με τα τσιμπούρια κολλημένα στα πόδια τους. Έχει τύχει ποτέ να σταματήσετε στο πάρκινγκ κάποιου αυτοκινητόδρομου και να το βρείτε άδειο; Δεν είναι τυχαίο ότι υπάρχει πάντα ένας άντρας εκεί, μέσα στο αμάξι του, περιμένοντας να γνωρίσει κάποιον.
Είναι κάτι που συμβαίνει εδώ και πάρα πολύ καιρό. Οι πιο εξελιγμένοι τρόποι γνωριμίας -ατελείωτες ώρες μπροστά από την οθόνη του υπολογιστή ή του κινητού- δεν έχουν αλλάξει το γεγονός ότι τόσοι πολλοί συνεχίζουν να ψάχνουν ανώνυμο σεξ σε δημόσιους χώρους. Γιατί εκεί αναζητούν κάτι διαφορετικό. Για τον άντρα που δεν είναι σίγουρος για τη σεξουαλικότητά του ή που δεν είναι σίγουρος πως μπορεί να μιλήσει σε άλλους γι’ αυτήν, για τον άντρα που έχει οικογένεια αλλά αισθάνεται καινούριες επιθυμίες να τον πολιορκούν (ή παλιές επιθυμίες, καλά κρυμμένες), οι ιστοσελίδες και οι εφαρμογές για έξυπνα κινητά είναι απλά υπερβολικά σίγουρες για τον εαυτό τους. Απευθύνονται σε γκέι άντρες που θέλουν να γνωρίσουν άλλους γκέι για σεξ. Αντίθετα το πραγματικά ανώνυμο σεξ καταργεί κάθε έννοια ταυτότητας: έχεις την ελευθερία να μην είσαι απολύτως τίποτα. Υπάρχουν απλά άντρες που γνωρίζουν άλλους άντρες εκεί – άντρες που αναζητούν την ίδια μορφή ελευθερίας.
Είναι τυχαίο ότι άνθρωποι που αισθάνονται το βάρος της ταυτότητάς τους έχουν πιαστεί στα πράσα με κατεβασμένα παντελόνια μέσα σε δημόσιες τουαλέτες; Άνθρωποι όπως ο Τζορτζ Μάικλ ή ο συντηρητικός πολιτικός Λάρι Κρεγκ. Δεν τους ενδιέφερε απλώς να κάνουν σεξ αλλά να το κάνουν ανώνυμα. Και όχι απαραίτητα επειδή ήθελαν να κρύψουν την ταυτότητά τους από τους άλλους – σίγουρα πολλοί από τους άντρες που συναντούσε θα είχαν αναγνωρίσει τον Τζορτζ Μάικλ. Αλλά επειδή απλά ήθελαν να την αφήσουν πίσω τους. Και αυτή είναι μια μορφή ελευθερίας που είναι διαθέσιμη σε όλους, είτε είναι άνετοι με τη σεξουαλικότητά τους, είτε όχι.
…Μερικές φορές οι άντρες πηγαίνουν σε τέτοια μέρη γιατί δεν έχουν που αλλού να πάνε. Η πόλη που μεγάλωσα και η πόλη που σπούδασα ήταν περικυκλωμένες από πυκνά δάση και εγκαταλελειμμένα εργοστάσια. Δεν υπήρχε περίπτωση να γνωρίσεις κανέναν εκεί κι αν το έκανες, έμοιαζε κάπως βεβιασμένο. Ίσως θα μπορούσα να βγω ραντεβού με ένα από τα λίγα παιδιά που ήταν ανοιχτά γκέι όπως εγώ, αλλά δεν μου φαινόταν τίμιο να κάνω κάτι τέτοιο εφόσον δεν έψαχνα για σχέση. Οι στρέιτ συμφοιτητές μου πήγαιναν σε πάρτι, μεθούσαν, έκαναν σεξ στις φοιτητικές εστίες. Οι γκέι κάναμε ό,τι μπορούσαμε, όπου μπορούσαμε: φάσεις με μεθυσμένους στρέιτ συμφοιτητές, γνωριμίες στη βιβλιοθήκη με ντόπιους, ταξίδια στην πιο κοντινή μεγάλη πόλη. Αν δεν έκανες τίποτα από όλα αυτά, έπρεπε απλά να καταπιέζεις τις ορμές σου, όπως κάναμε μια ζωή. Να συσσωρεύεις μέσα σου όλη αυτή την ενέργεια χωρίς να έχεις κανένα να τη μοιραστείς.
Εκεί πάντα θα υπήρχε κάποιος που πάρκαρε δίπλα μου και κοιτούσε μέσα από το παράθυρο. Υπήρχαν πολλοί μεγαλύτεροι αλλά και νεότεροι άντρες. Δεν υπήρχε κάποιο σινιάλο, απλά ο τρόπος που κοιτάζαμε ο ένας τον άλλο. Θα πηγαίναμε παραδίπλα, στο μικρό κτίριο με τα ουρητήρια. Μπορούσαμε να σταθούμε ο ένας δίπλα στον άλλο και, απλώνοντας το χέρι, να αγγιχτούμε. Ή κάποιες φορές εκεί που καθόμουν θα άκουγα τον άντρα στο διπλανό κουβούκλιο να χτυπάει συνθηματικά το πόδι του. Κάποιες φορές γονάτιζα στο κρύο, βρώμικο πάτωμα σπρώχνοντας το σώμα μου κάτω από το χώρισμα. Και ορισμένες άλλες φορές κάποιος είχε ανοίξει ήδη μια τρύπα στο χώρισμα.
Μετά από λίγο καιρό, άρχισα να έχω ένα περίεργο συναίσθημα όταν πήγαινα σε τέτοια μέρη. Σαν να προσφέρω τον εαυτό μου σε κάποιον. Όχι πως του έδινα όλο μου το είναι – αλλά το κομμάτι του εαυτού μου που έδινα, του το έδινα ολοκληρωτικά. Δεν υπήρχαν προσποιήσεις, αμήχανες συζητήσεις ή τρακ. Δεν χρειάζεται να αναρωτιέσαι αν ο άλλος είναι γκέι ή όχι – δεν υπάρχει θέμα σεξουαλικού προσανατολισμού. Είμαστε απλά εκεί, μαζί, εκείνη τη στιγμή, χωρίς να υποδυόμαστε τίποτε άλλο εκτός από τον εαυτό μας.
Κάποιες φορές υπήρχε ένας φράχτης και κάποιος πριν από μας είχε ανοίξει ένα πέρασμα. Τα βήματα των αντρών είχαν δημιουργήσει ένα λασπωμένο μονοπάτι μέσα στο γρασίδι. Κάπου μέσα στα δέντρα ξανοιγόταν ένα ξέφωτο και εκεί γινόντουσαν πολλά και διάφορα. Τόσοι πολλοί άνθρωποι, τόσα πολλά σώματα, και όλοι να ψάχνουν το ίδιο πράγμα. Τόσοι πολλοί από μας, πέρα από το φράχτη, ανάμεσα στα δέντρα, κάτω από τον ουρανό. Σε κάτι τέτοιες στιγμές ήταν πολύ εύκολο να καταλάβεις ότι υπάρχουν πολλοί περισσότεροι άντρες που αναζητούν άλλους άντρες σε σχέση με ό,τι φαντάζεται κανείς.
Και όπως οι ταυτότητες των ανθρώπων μπερδεύονται σε ένα μέρος όπως αυτό, το ίδιο το μέρος σαν χώρος ξεφεύγει από κάθε ορισμό. Μια φορά κάποιος είχε καρφώσει μια σακούλα προφυλακτικά πάνω σε ένα δέντρο με το μήνυμα: “Παιδιά, πάντα με ασφάλεια”. Ήταν μια ευγενική χειρονομία, αλλά παρόλα αυτά έμοιαζε με αδιακρισία. Γιατί αυτό το μέρος για τους περισσότερους ανθρώπους είναι πέρασμα και όχι προορισμός. Είναι ένα μέρος που τους βγάζει κάπου μακριά από τον πραγματικό κόσμο, μακριά από το ίντερνετ, μακριά από τα μπαρ και τα σπίτια, μακριά από την καθημερινότητα. Και όταν ο πραγματικός κόσμος εισβάλλει, κάνει την εμπειρία λιγότερο αληθινή, λιγότερο γνήσια.
Και ο πραγματικός κόσμος έχει πολλούς τρόπους να εισβάλλει. Μια φορά ένα περιπολικό ήρθε και σταμάτησε δίπλα στο αμάξι μου ενώ περίμενα μέσα. Με ψυχραιμία πήγα πίσω το κάθισμα και έκανα πως κοιμόμουν. Έριξαν το φακό στα μάτια μου και κατέβασα το παράθυρο.
“Τί κάνεις εδώ;” “Ξεκουράζομαι.” “Μάλιστα. Ξέρεις ότι πολλοί έρχονται εδώ για παιχνιδάκια;”
“Παιχνιδάκια; Εννοείτε ναρκωτικά;” τους απάντησα κάνοντας τον ηλίθιο.
Δεν μπορούσαν να το ξεστομίσουν. Δεν μπορούσαν να πουν τίποτα. Μου είπαν να προσέχω, μπήκαν στο περιπολικό και έφυγαν. Η αστυνομία είναι η μόνιμη απειλή σε μέρη όπως αυτά. Θέλουν τόσο πολύ να κάνουν τον πραγματικό κόσμο να εισβάλλει και εκεί.
Και αυτός είναι ο αντίθετος λόγος που οι άνθρωποι πηγαίνουν σε τέτοια μέρη. Κάποιοι άντρες πηγαίνουν εκεί για να βγουν έξω από τα όρια της ζωής τους. Γι αυτούς δεν είναι απλά μια απόδραση από τους γάμους τους, τους γονείς τους, τις ζωές τους: είναι το μόνο μέρος όπου είναι ειλικρινείς με τον εαυτό τους.
Μια φορά έβγαινα από τα αποχωρητήρια με έναν τύπο που είχα γνωρίσει εκεί. Τον είδα να μπαίνει στο αυτοκίνητό του, που δεν είχα προσέξει πριν. Στο πίσω κάθισμα τον περίμεναν τα παιδιά του. Φαινόταν ενθουσιασμένα και με πολλή διάθεση για σκανταλιές. Άνοιξε την πόρτα και τους είπε κάτι που δεν μπορούσα να ακούσω. Αμέσως ηρέμησαν και έβαλαν τις ζώνες τους. Ο πατέρας τους έβαλε το αμάξι μπροστά και έφυγε. Ποιος ξέρει πώς ήταν η ζωή του έξω από τα δημόσια ουρητήρια;
Όχι, δεν είναι “παιχνιδάκια”. Είναι άντρες που παραδίδονται σε κάτι που προσπαθούν να αρνηθούν αλλά δεν μπορούν. Δεν ξέρω αν αυτοί οι άντρες είναι “γκέι” ή όχι. Αλλά μήπως έχει σημασία; Σε τέτοια μέρη, που για τους περισσότερους είναι απλά μια στάση κατά μήκος της διαδρομής τους για έναν άλλο προορισμό, έχουν την ευκαιρία να γνωρίσουν ο ένας τον άλλο και τελικά να γνωρίσουν τον εαυτό τους.
Τώρα μένω στο Σαν Φρανσίσκο που είναι περισσότερο ανεκτικό σχετικά με τη σεξουαλικότητα και την ταυτότητα των ανθρώπων σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο μέρος που έχω βρεθεί. Εδώ γίνεται ελάχιστο ανώνυμο σεξ. Όταν λέμε “ανώνυμο” σεξ εδώ, εννοούμε να γνωρίσεις κάποιον σε ένα μπαρ ή στο ίντερνετ, να συστηθείτε και να πας σπίτι του. Δεν είναι κακό βέβαια, αλλά μου λείπει η αίσθηση να είμαι ο κανένας στη μέση του πουθενά. Εδώ πρέπει να είμαι πάντα κάποιος, τα πάντα είναι τόσο ξεκάθαρα ορισμένα. Εκεί μπορούσα να μην είμαι παρά ένα κορμί που ψάχνει ένα άλλο κορμί που δεν γνωρίζει. Ένα κορμί που αναζητά ακριβώς αυτό το είδος τρυφερότητας και αγάπης που μόνο ο κανένας στη μέση του πουθενά μπορούσε να του δώσει.”
Το κείμενο έγραψε ο πρώην εκπαιδευτικός και νυν πορνοστάρ και συγγραφέας Conner Habib (φωτογραφία). Η μετάφραση από εδώ.